Καφενόβιοι συμπολίτες συνωθούνται,
σε καρέκλες καφενείων χασμουριούνται.
Ξημεροβραδιάζονται έτσι κάθε μέρα,
πέρα βρέχει, πέρα βρέχει, πέρα πέρα.
Παραγγέλνουν ένα σκέτο καφεδάκι,
παίζουν και το απαραίτητο ταβλάκι.
Κι άλλοι μεταξύ δύο στηλών Προπό
λύνουνε το Μεσοανατολικό.
Συντροφιά ο καθένας τη βαριεστημάρα,
και ομίχλη ο καπνός απ’ τα τσιγάρα.
Ίδιες μέρες για τα ίδια καφενεία,
ίδιες έννοιες, ίδια πλήξη και ανία.
Δυο αγοράζουν το πρωί εφημέριδες
που διαβάζουν άλλοι δέκα τζαμπατζήδες.
Σχολιάζουν, λένε κάτι για να πούνε,
όλο λένε, μα ποτέ δε συμφωνούνε.
Καφενόβιοι συμπολίτες συνωθούνται,
σε καρέκλες καφενείων χασμουριούνται.
Συντροφιά ο καθένας τη βαριεστημάρα,
και ομίχλη ο καπνός απ’ τα τσιγάρα.
|
Kafenóvii sibolítes sinothunte,
se karékles kafenion chasmuriunte.
Ksimerovradiázonte étsi káthe méra,
péra vréchi, péra vréchi, péra péra.
Parangélnun éna skéto kafedáki,
pezun ke to aparetito tavláki.
Ki álli metaksí dío stilón Propó
línune to Mesoanatolikó.
Sintrofiá o kathénas ti variestimára,
ke omíchli o kapnós ap’ ta tsigára.
Ίdies méres gia ta ídia kafenia,
ídies énnies, ídia plíksi ke anía.
Dio agorázun to pri efimérides
pu diavázun álli déka tzabatzídes.
Scholiázun, léne káti gia na pune,
ólo léne, ma poté de simfonune.
Kafenóvii sibolítes sinothunte,
se karékles kafenion chasmuriunte.
Sintrofiá o kathénas ti variestimára,
ke omíchli o kapnós ap’ ta tsigára.
|