Μ’ αεροπλάνα και βαπόρια
και με τους φίλους τους παλιούς
τριγυρνάμε στα σκοτάδια
κι όμως εσύ δε μας ακούς
Δε μας ακούς που τραγουδάμε
με φωνές ηλεκτρικές
μες στις υπόγειες στοές
ώσπου οι τροχιές μας συναντάνε
τις βασικές σου τις αρχές
Ο πατέρας μου ο Μπάτης (Απρόσιτη μητέρα μορφή από χώμα και ουρανό)
ήρθε απ’ τη Σμύρνη το `22 ( θα χαθώ απ’ τα μάτια σου τα δυο)
κι έζησε πενήντα χρόνια (μες στον κόσμο)
σ’ ένα κατώι μυστικό (σαν πρόσφυγας σ’ ένα κατώι μυστικό)
Σ’ αυτόν τον τόπο όσοι αγαπούνε (αν αγαπούνε)
τρώνε βρώμικο ψωμί
(του λόγου σου οι πιστοί)
κι οι πόθοι τους ακολουθούνε
υπόγεια διαδρομή
Χθες το βράδυ είδα ένα φίλο
σαν ξωτικό να τριγυρνά
πάνω στη μοτοσικλέτα
και πίσω τρέχανε σκυλιά
Σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα
βάλε στα ρούχα σου φωτιά (σαν τον Μάρκο)
βάλε στα όργανα φωτιά ( βάλε στα όργανα φωτιά)
να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα (να κλείσει η λαβωματιά μα τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα)
η τρομερή μας η λαλιά
|
M’ aeroplána ke vapória
ke me tus fílus tus palius
trigirnáme sta skotádia
ki ómos esí de mas akus
De mas akus pu tragudáme
me fonés ilektrikés
mes stis ipógies stoés
óspu i trochiés mas sinantáne
tis vasikés su tis archés
O patéras mu o Bátis (Aprósiti mitéra morfí apó chóma ke uranó)
írthe ap’ ti Smírni to `22 ( tha chathó ap’ ta mátia su ta dio)
ki ézise penínta chrónia (mes ston kósmo)
s’ éna katói mistikó (san prósfigas s’ éna katói mistikó)
S’ aftón ton tópo ósi agapune (an agapune)
tróne vrómiko psomí
(tu lógu su i pisti)
ki i póthi tus akoluthune
ipógia diadromí
Chthes to vrádi ida éna fílo
san ksotikó na trigirná
páno sti motosikléta
ke píso tréchane skiliá
Síko psichí mu dóse revma
vále sta rucha su fotiá (san ton Márko)
vále sta órgana fotiá ( vále sta órgana fotiá)
na tinachti san mavro pnevma (na klisi i lavomatiá ma tinachti san mavro pnevma)
i tromerí mas i laliá
|