Καθρέφτης θέλω να ‘μουνα
μέσα στην κάμαρα σου
να σ’ έβλεπα κάθε στιγμή
κρυφά απ’ τη μαμά σου.
Κάθε στιγμή βρε μάτια μου
αχ, εγώ θα το κοιτούσα
το έμορφο κορμάκι σου
και θα το λαχταρούσα.
Κάθε φορά που θα ‘ρχεσαι
να φτιάχνεις τα μαλλιά σου
τότε κι εγώ θα λαχταρώ
τα κάλλη τα δικά σου.
Χαντράκι σου ας ήμουνα
στην τσάντα τη δική σου
γιατί όπου θα πήγαινες
θα μ’ έπαιρνες μαζί σου.
Καθρέφτης μες στο σπίτι σου
θα γίνω να φυλάω
πότε να φύγει η μάνα σου
να σου γλυκομιλάω.
Κι όταν θα φύγει η μάνα σου
μαζί θα ξηγηθούμε
μέσα στην καμαρούλα σου
τον πόνο μας θα πούμε.
|
Kathréftis thélo na ‘muna
mésa stin kámara su
na s’ évlepa káthe stigmí
krifá ap’ ti mamá su.
Káthe stigmí vre mátia mu
ach, egó tha to kitusa
to émorfo kormáki su
ke tha to lachtarusa.
Káthe forá pu tha ‘rchese
na ftiáchnis ta malliá su
tóte ki egó tha lachtaró
ta kálli ta diká su.
Chantráki su as ímuna
stin tsánta ti dikí su
giatí ópu tha pígenes
tha m’ épernes mazí su.
Kathréftis mes sto spíti su
tha gino na filáo
póte na fígi i mána su
na su glikomiláo.
Ki ótan tha fígi i mána su
mazí tha ksigithume
mésa stin kamarula su
ton póno mas tha pume.
|