Το ένα μάτι ήταν κόκκινο,
το άλλο μάτι θαλασσί,
στο ένα, παίρνει κέρμα κίτρινο,
στο άλλο παίρνει ασημί.
Στο μυαλό της είχε τσίχλες,
μέντες είχε στην καρδιά,
στην κοιλιά της κουβαρίστρες
και στο στήθος της καρφιά.
Κι όλο έκλεβε η Σόνια,
ένα κέρμα πιο πολύ,
κύριε πόλισμαν, τι λέτε;
ποια είναι η Πέμπτη Εντολή;
“Ου κλέψεις!!”
Κύριε πόλισμαν, ξεχνάτε
πως, η Σόνια η χοντρή,
με το ασημί φουστάνι,
είναι απλώς μια μηχανή.
|
To éna máti ítan kókkino,
to állo máti thalassí,
sto éna, perni kérma kítrino,
sto állo perni asimí.
Sto mialó tis iche tsíchles,
méntes iche stin kardiá,
stin kiliá tis kuvarístres
ke sto stíthos tis karfiá.
Ki ólo ékleve i Sónia,
éna kérma pio polí,
kírie pólisman, ti léte;
pia ine i Pébti Entolí;
“Oi klépsis!!”
Kírie pólisman, ksechnáte
pos, i Sónia i chontrí,
me to asimí fustáni,
ine aplós mia michaní.
|