Δε με χωράει αυτό το σπίτι
που το πνίγει η σιωπή,
από την ώρα που το άφησες εσύ,
βγαίνω ξανά μέσα στη νύχτα
που δεν έχει τελειωμό,
απ’ τη δική σου απουσία να κρυφτώ.
Απόψε βρέχει μοναξιά,
κι εσύ δεν είσαι πουθενά,
κι όλο το βράδυ τριγυρίζω στα χαμένα,
να ζήσω μάτια μου μπορώ,
χωρίς αέρα και νερό,
μα δεν αντέχω ούτε λεπτό μακριά από σένα.
Δε με χωράει αυτός ο κόσμος,
αφού εσύ δεν είσαι εδώ,
και τι δε θα ‘δινα, για λίγο να σε δω,
κλείνω ξανά την πόρτα πίσω μου,
και βγαίνω στη βροχή,
να σβήσει ο πόνος που μου καίει την ψυχή.
Απόψε βρέχει μοναξιά,
κι εσύ δεν είσαι πουθενά,
κι όλο το βράδυ τριγυρίζω στα χαμένα,
να ζήσω, μάτια μου, μπορώ,
χωρίς αέρα και νερό,
μα δεν αντέχω ούτε λεπτό μακριά από σένα.
Απόψε βρέχει μοναξιά,
κι εσύ δεν είσαι πουθενά,
κι όλο το βράδυ τριγυρίζω στα χαμένα,
να ζήσω, μάτια μου, μπορώ,
χωρίς αέρα και νερό,
μα δεν αντέχω ούτε λεπτό μακριά από σένα.
|
De me chorái aftó to spíti
pu to pnígi i siopí,
apó tin óra pu to áfises esí,
vgeno ksaná mésa sti níchta
pu den échi teliomó,
ap’ ti dikí su apusía na kriftó.
Apópse vréchi monaksiá,
ki esí den ise puthená,
ki ólo to vrádi trigirízo sta chaména,
na zíso mátia mu boró,
chorís aéra ke neró,
ma den antécho ute leptó makriá apó séna.
De me chorái aftós o kósmos,
afu esí den ise edó,
ke ti de tha ‘dina, gia lígo na se do,
klino ksaná tin pórta píso mu,
ke vgeno sti vrochí,
na svísi o pónos pu mu kei tin psichí.
Apópse vréchi monaksiá,
ki esí den ise puthená,
ki ólo to vrádi trigirízo sta chaména,
na zíso, mátia mu, boró,
chorís aéra ke neró,
ma den antécho ute leptó makriá apó séna.
Apópse vréchi monaksiá,
ki esí den ise puthená,
ki ólo to vrádi trigirízo sta chaména,
na zíso, mátia mu, boró,
chorís aéra ke neró,
ma den antécho ute leptó makriá apó séna.
|