Για κοίταξε , βρε κόσμε, κορίτσι που το έχω
και το ‘χω να μη στάξει και μη βρέξει.
για κοίταξε κορμάκι, στήθος περιστεράκι,
μέσα σε χίλιες δυο το ‘χω διαλέξει.
Κοίτα μαγκιά και νάζι και μια ματιά που σφάζει,
για κοίταξε, αδερφέ, μου ένα μάτι,
φρυδάκι σαν γαϊτάνι, που θύμα της σε κάνει,
ματιά που σαϊτιές είναι γεμάτη.
Για κοίταξε βρε πλάση και δώσε τώρα βάση,
αν έχω στο κορίτσι όξω πέσει,
είναι στις χίλιες πρώτη και ρώτα και τον Χιώτη,
θαρρείς και το λαχείο μου ‘χει πέσει.
|
Gia kitakse , vre kósme, korítsi pu to écho
ke to ‘cho na mi stáksi ke mi vréksi.
gia kitakse kormáki, stíthos peristeráki,
mésa se chílies dio to ‘cho dialéksi.
Kita magkiá ke názi ke mia matiá pu sfázi,
gia kitakse, aderfé, mu éna máti,
fridáki san gaitáni, pu thíma tis se káni,
matiá pu saitiés ine gemáti.
Gia kitakse vre plási ke dóse tóra vási,
an écho sto korítsi ókso pési,
ine stis chílies próti ke róta ke ton Chióti,
tharris ke to lachio mu ‘chi pési.
|