Χρυσούλα, μωρό μου
είδα απόψε στ’ όνειρό μου
πως ήμουνα στη μέση της ερήμου
κι εσ’ ήσουν το πολύτιμο ουρί μου
μάτια σμαράγδια, χείλη ρουμπίνια
και στα μαλλιά σου χρυσά δαχτυλίδια
σαν με χαϊδεύουν το νου μου παιδεύουν
τα δυο σου χεράκια σαν φίδια.
Χρυσούλα, μωρό μου
είδα απόψε στ’ όνειρό μου
πως ήμουν στην πλατεία των θαυμάτων
κι εσ’ ήσουν η βασίλισσα των γάτων
χτύπαγες το φιλντισένιο σου ντέφι
κι όλες οι γάτες χορεύαν με κέφι
στροβιλιζόντουσαν οι βερβερίνοι
στου καφτανιού σου τη δίνη.
Χρυσούλα, μωρό μου
είδα απόψε στ’ όνειρό μου
πως είμαστε μαζί σ’ ένα καράβι
που γλίστραγε απαλά μέσα στο βράδυ
πάνω απ’ της πόλης τα κόκκινα τείχη
κι όπως πηγαίναμε, μάλλον στην τύχη
βλέπω κλεισμένο τριγύρω με τοίχο
του παραδείσου τον κήπο.
|
Chrisula, moró mu
ida apópse st’ óniró mu
pos ímuna sti mési tis erímu
ki es’ ísun to polítimo urí mu
mátia smarágdia, chili rubínia
ke sta malliá su chrisá dachtilídia
san me chaidevun to nu mu pedevun
ta dio su cherákia san fídia.
Chrisula, moró mu
ida apópse st’ óniró mu
pos ímun stin platia ton thafmáton
ki es’ ísun i vasílissa ton gáton
chtípages to filntisénio su ntéfi
ki óles i gátes chorevan me kéfi
strovilizóntusan i ververíni
stu kaftaniu su ti díni.
Chrisula, moró mu
ida apópse st’ óniró mu
pos imaste mazí s’ éna karávi
pu glístrage apalá mésa sto vrádi
páno ap’ tis pólis ta kókkina tichi
ki ópos pigename, mállon stin tíchi
vlépo klisméno trigiro me ticho
tu paradisu ton kípo.
|