Απόψε είμαι πάλι όλο κέφια,
με πνίξαν, της αγάπης, τα σεκλέτια,
θέλω, μαζί σου, να περπατήσω
κι απ’ τα φιλιά σου να μεθύσω,
θέλω, μαζί σου, να περπατήσω
κι απ’ τα φιλιά σου να μεθύσω.
Έλα, αγάπη μου, κι απόψε πάλι,
γείρε στη θερμή μου την αγκάλη.
Ο έρωτάς σου μ’ έχει κάνει πτώμα,
τι άλλο θέλεις να σου πω ακόμα,
μα, αφού μ’ εσένανε όλο γυρνάω
κι ούτε στο σπίτι μου δεν πάω,
μα, αφού μ’ εσένανε όλο γυρνάω
κι ούτε στο σπίτι μου δεν πάω.
Έλα, αγάπη μου, κι απόψε πάλι,
γείρε στη θερμή μου την αγκάλη.
|
Apópse ime páli ólo kéfia,
me pníksan, tis agápis, ta seklétia,
thélo, mazí su, na perpatíso
ki ap’ ta filiá su na methíso,
thélo, mazí su, na perpatíso
ki ap’ ta filiá su na methíso.
Έla, agápi mu, ki apópse páli,
gire sti thermí mu tin agkáli.
O érotás su m’ échi káni ptóma,
ti állo thélis na su po akóma,
ma, afu m’ esénane ólo girnáo
ki ute sto spíti mu den páo,
ma, afu m’ esénane ólo girnáo
ki ute sto spíti mu den páo.
Έla, agápi mu, ki apópse páli,
gire sti thermí mu tin agkáli.
|