Στο πλοίο της γραμμής συνεπιβάτες
και φορτωμένοι με βαριές αποσκευές
στην πόλη του Καβάφη ιχνηλάτες,
γι’ αλλού σαλπάρουμε κι ας μένουμε στο χθες.
Κι αν θάμπωσε η Αλεξάνδρεια στο χρόνο
στην αύρα της σκόνης και της καταχνιάς
με ξεναγείς στο παρελθόν και λιώνω
κοιτώ στο βλέμμα σου το φάρο της φωτιάς.
Μνημεία, αντίκες, βελούδο, μετάξι
κι ο κόσμος μέσα μας έχει αλλάξει.
Της γνώσης ακοίμητα τα πρώτα λυχνάρια
ανάβουν τα φώτα της πόλης τα βράδια.
Γλιστρούσαμε στο εξωτικό παζάρι
στα χίλια χρώματα και στις χρυσές σκιές.
Η πόλη εκλεκτό μαργαριτάρι
και συ το θαύμα στις δικές μου προσευχές.
Μια νοσταλγία πάντα θα μας φέρνει πίσω
και κάθε μαγεία θα ‘χει πια χαθεί.
Δεν ξέρω αν ξανά σε συναντήσω
μα η Αλεξάνδρεια θα μας ακολουθεί.
Μνημεία, αντίκες, βελούδο, μετάξι
κι ο κόσμος μέσα μας έχει αλλάξει.
Της γνώσης ακοίμητα τα πρώτα λυχνάρια
ανάβουν τα φώτα της πόλης τα βράδια.
|
Sto plio tis grammís sinepivátes
ke fortoméni me variés aposkevés
stin póli tu Kaváfi ichnilátes,
gi’ allu salpárume ki as ménume sto chthes.
Ki an thábose i Aleksándria sto chróno
stin avra tis skónis ke tis katachniás
me ksenagis sto parelthón ke lióno
kitó sto vlémma su to fáro tis fotiás.
Mnimia, antíkes, veludo, metáksi
ki o kósmos mésa mas échi alláksi.
Tis gnósis akimita ta próta lichnária
anávun ta fóta tis pólis ta vrádia.
Glistrusame sto eksotikó pazári
sta chília chrómata ke stis chrisés skiés.
I póli eklektó margaritári
ke si to thafma stis dikés mu prosefchés.
Mia nostalgia pánta tha mas férni píso
ke káthe magia tha ‘chi pia chathi.
Den kséro an ksaná se sinantíso
ma i Aleksándria tha mas akoluthi.
Mnimia, antíkes, veludo, metáksi
ki o kósmos mésa mas échi alláksi.
Tis gnósis akimita ta próta lichnária
anávun ta fóta tis pólis ta vrádia.
|